προσδόκησας

προσδόκησας
προσδοκάω
expect
aor ind act 2nd sg (attic ionic)
προσδοκάω
expect
aor ind act 2nd sg (attic ionic)
προσδοκέω
expect
aor ind act 2nd sg (homeric ionic)
προσδοκέω
expect
aor ind act 2nd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • προσδοκήσας — προσδοκήσᾱς , προσδοκάω expect aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) προσδοκήσᾱς , προσδοκάω expect aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) προσδοκήσᾱς , προσδοκέω expect aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νεωτερικός — νεωτερικός, ή, όν (ΑΜ) [νεώτερος] 1. νέος, πρόσφατος 2. νεωτεριστικός μσν. 1. επαναστατικός 2. φρ. «ἔρχομαι εἰς λόγους νεωτερικούς» α) ανταλλάσσω με κάποιον βρισιές, διαπληκτίζομαι β) απειλώ με στάση, με επανάσταση αρχ. 1. αυτός που αρμόζει στους …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”